Πέμπτη 6 Μαρτίου 2014

Λίγο σκοτάδι μόνο.... Τι ζητώ!!!!



Του Λευτέρη Καπώνη 

Κάποτε ήμουν ένας συνηθισμένος πολίτης. Είχα τη δουλειά μου, το σπίτι μου και την οικογένειά μου. Τώρα δεν είμαι. Πολλοί θα μ' έχετε δει τις κρύες νύχτες του χειμώνα, τυλιγμένο σε μια κουβέρτα, να κοιμάμαι στην Πανεπιστημίου. Δεν πάω στα στενά γιατί κινδυνεύω. Στην Πανεπιστημίου έχει φως όλη τη νύχτα.
Αυτό, όμως, είναι το μαρτύριο. Χρειάζομαι λίγο σκοτάδι και ησυχία για να κλείσω τα μάτια μου και δεν το έχω. Όλα υποφέρονται, το κρύο τον χειμώνα, η ζέστη το καλοκαίρι. Όλα. Όμως να μην έχεις λίγο σκοτάδι δεν υποφέρεται. Όλα τα ζωντανά ψάχνουν την νύχτα το σκοτάδι. Μπορώ να βρω, όμως είναι επικίνδυνο, όπως σας είπα. 

Ξέρω ότι εσείς που περπατάτε δίπλα μου και ρίχνετε μια βιαστική ματιά με λυπάστε και ίσως φοβάστε μην καταλήξετε κάποια στιγμή έτσι. Όμως μην τρομάζετε, δεν είναι τόσο άσχημα τα πράγματα για μένα. Κατ' αρχήν έπαψα να φοβάμαι, και ο φόβος είναι κόλαση. Έπαψα να φοβάμαι μη χάσω το σπίτι μου, γιατί το έχασα. Έπαψα να φοβάμαι μη χάσω την δουλειά μου, γιατί την έχασα. Τα παιδιά μου έφυγαν στην Αυστραλία. Δεν έχω να χάσω τίποτα. Θα μου πείτε, τι κάνω για φαγητό; Τίποτα. Όταν κλείσει το στομάχι, ζεις μ' ένα κουλούρι την ημέρα. Μια καλή κυρία περνάει και μου αφήνει δύο ευρώ κάθε μέρα και τη βγάζω. 

Ένα βράδυ με πήραν στο τμήμα για εξακρίβωση. Εκεί βρήκαν ότι χρωστάω στην εφορία και με πήγαν στο Αυτόφωρο. Ο δικαστής, μόλις με είδε, έβαλε τις φωνές και μ' έδιωξε. Μετά απ' αυτό, πέταξα την ταυτότητά μου για να μην υπάρχω. 

Τις περισσότερες ώρες που με βλέπετε με κλεισμένα μάτια, δεν κοιμάμαι. Ονειρεύομαι τα εγγόνια μου στην Αυστραλία. Φοράω το καλό μου κοστούμι -το οποίο πούλησα- και τους μοιράζω δώρα. 

Το πρόβλημα είναι με την καθαριότητα. Το καλοκαίρι τα βολεύω. Τον χειμώνα, όμως; Με τον καιρό έχω συνηθίσει να 'μαι ξαπλωμένος και, όταν σηκώνομαι, ζαλίζομαι. Μπορώ να πω, όμως, πως έχω ησυχάσει. Μόνο όταν βλέπω αγόρια και κορίτσια στην Πανεπιστημίου να φωνάζουν κρύβω το πρόσωπό μου στην κουβέρτα για να μη δουν τα δάκρυα. Ήθελα να 'ναι και τα παιδιά μου εδώ και να φωνάζουν. Κι έπειτα έρχονται τα παιδιά που είναι ντυμένα τον νόμο και την τάξη και πετάνε χημικά και θέλω να τα ρουφήξω όλα, να μην πάνε στα πνευμόνια των παιδιών που φωνάζουν, αλλά δεν γίνεται. 

Πολλές φορές σκέφτομαι να βρω τρόπο να φύγω απ' τη ζωή, όπως έζησα, έντιμα, γιατί ξέρω πως είμαι ένα πλεόνασμα. Ένα πρωτογενές πλεόνασμα, που υπάρχω εις βάρος των άλλων. Όσοι, όμως, με βλέπετε στην Πανεπιστημίου ξαπλωμένο μην με λυπάστε, διότι εγώ τους άφησα να με καταστρέψουν. Όλη η ευθύνη είναι δική μου. Πίστευα πως αυτοί που μας κυβερνούν είναι οι καλύτεροι και τσαντιζόμουν όταν έβλεπα κάποιες περίεργες μειοψηφίες να τους κατηγορούν. Ένιωθα παντοδύναμος. Εγώ, το μικρό γρανάζι της πλειοψηφίας, που έσπρωχνε τα πράγματα. Η ψήφος μου τους έδινε τη δύναμη. 

Κι έπειτα ήρθαν ο Φούχτελ και ο Ράιχενμπαχ. Και τότε είδα ποιοι με κυβερνούσαν τόσα χρόνια και πού με έριξαν. Ένα πρωτογενές πλεόνασμα στην Πανεπιστημίου, όπως τότε, το '43, με κατοχική κυβέρνηση. Ύστερα από εβδομήντα ένα χρόνια...


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου