Του Πέτρου Αργυρίου
Το Μπαλτάκος gate αποτελεί ένα από τα κορυφαία σκάνδαλα της μεταπολίτευσης ικανό να στείλει στα περισσότερα μέρη του πολιτισμένου κόσμου κυβέρνηση στο σπίτι της.
Πολιτικές διώξεις κατά παραγγελία, τοποθέτηση οικείων σε κορυφαίες θέσεις του θεσμού της δικαιοσύνης, δικαιοσύνη κατά παραγγελία, όλα αυτά ειπωμένα από κορυφαίο στέλεχος της κυβέρνησης και καταγεγραμμένα από το αδιάψευστο μάτι κάμερας.
Αντί για πολιτικό σεισμό, τα παχύδερμα της πολιτικής και οι μπράβοι της δημοσιογραφίας των μεγάλων ιδιωτικών μήντια φρόντισαν να υποβαθμίσουν το θέμα και να παρουσιάσουν τον κορυφαίο Μπαλτάκο ως ιδιάζουσα προσωπικότητα που έδρασε μοναχικά, αυτόνομα και αυθαίρετα, αποφεύγοντας ακόμη και τα ερωτήματα που μια τέτοια ωραιοποίηση του περιβάλλοντος Σαμαρά θέτει.
Το Μπαλτάκος gate όμως δεν είναι ένα πολιτικό κρυολόγημα και η μολυσματικότητά του δεν περιορίζεται σε έναν παροδικό πολιτικό βήχα ή ένα πολιτικό συνάχι:
Το σκάνδαλο Μπαλτάκου είναι μια ακτινογραφία μιας βαθειάς εγκεφαλικής νόσου που λέγεται διαρκής εκτροπή από το δημοκρατικό πολίτευμα.
Δεν μιλάμε πλέον καν για ενδείξεις αλλά για αποδείξεις.
Και σαν να μην έφτανε η αποδεικτική ισχύς της ομολογίας Μπαλτάκου, μας ήρθαν και άλλες ενδείξεις, ισχυρότατες που επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές και απορρίπτουν τα δημοσιογραφικά κατασκευάσματα περί μοναχικής και κατ εξαίρεση και καθ υπερβολή δράσης του Μπαλτάκου. Ενδείξεις που βαρύνουν δύο από τα ονόματα που ενέπλεξε ο Μπαλτάκος στην de profundis εξομολόγηση του Μπαλτάκου στον Κασιδιάρη και εν αγνοία και ετεροχρονισμένα και στην ελληνική κοινή γνώμη:
Τον Υπουργό Δημοσίας Τάξης Νίκο Δένδια και την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και κοντοχωριανή του Υπουργού Δικαιοσύνης Χαράλαμπου Αθανασίου Ευτέρπη Κουτζαμάνη.
Ας ξεκινήσουμε από την «διακριτική» επιστολή Δένδια προς την Κουτζαμάνη:
«Κυρία Εισαγγελεύ,
Με την παρούσα αναφορά μου θα ήθελα να σας κοινοποιήσω – ενδεικτικά προσκομιζόμενα – δημοσιεύματα του έντυπου και ηλεκτρονικού τύπου σχετικά με τη φημολογούμενη κατοχή από μέλη της «Χρυσής Αυγής» (παρανόμως κτηθέντος) οπτικοακουστικού υλικού, με την παράκληση για τις δέουσες εκ μέρους σας ενέργειες, για την ανάδειξη της αλήθειας και την προστασία του δημοσίου βίου από οποιαδήποτε απόπειρα εκβιασμού.
Με τιμή,
Νίκος Δένδιας
Υπουργός Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη».
Δεν γνωρίζουμε ποια είναι αυτή η «αλήθεια» που παρακαλεί ο Δένδιας την Κουτζαμάνη να αναδείξει και ποιανού η αλήθεια είναι.
Ούτε γνωρίζαμε ότι ο δημόσιος βίος απειλείται περισσότερο από κάτι άλλο πέρα από τους μνημονιακούς εκβιασμούς και τις συγκαλύψεις των οικονομικών εγκλημάτων που οδήγησαν την πολιτική εξουσία αυτοπροστατευτικά να ασκήσει τέτοιας κλίμακας εκβιασμούς στον ελληνικό λαό, εκβιασμούς όπως ή φτωχαίνετε ή πτωχεύετε, ή εξαθλιώνεστε ή εξαγριώνεστε.
Ούτε καταλαβαίνουμε το για ποιο λόγο νιώθει ο Υπουργός Δικαιοσύνης υποχρεωμένος να «ενημερώσει» την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για κάτι έχει γίνει πασίγνωστο στο Πανελλήνιο και στην οποία ο Μπαλτάκος έχει εμπλέξει και την ίδια…
Η επιστολή κρίνει τη δικαιοσύνη όχι τυφλή αλλά σχεδόν κουφή και λειτουργεί ως ακουστικό βαρηκοΐας.
Η επιστολή κρίνει και εμάς τυφλούς αφού η πολιτική ηγεσία κάνει «παρακλήσεις» στη δικαιοσύνη όχι πια πίσω από κλειστές πόρτες αλλά μπροστά στα μάτια μας.
Αυτό που γνωρίζουμε είναι πως η παράκληση Δένδια για την «ανάδειξη της αλήθειας» είχε ως αποτέλεσμα τη φίμωση μιας αδιάψευστης αλήθειας: αυτής που παρανόμως έχει καταγραφεί σε οπτικοακουστικά μέσα.
Η παράκληση Δένδια απαντήθηκε άμεσα. Με μια κατά πολλούς αυθαίρετη επίκληση του άρθρου 157 του ποινικού κώδικα που κρίνεται από έγκριτους νομικούς ανεφάρμοστο στην εν λόγω περίπτωση, η εισαγγελία Αθηνών προχώρησε σε κάτι που από πολλούς κρίθηκε ως απόπειρα δικαστικής επιβολής προληπτικής λογοκρισίας.
Αλλά ας δούμε πρώτα το άρθρο πριν περάσουμε στην κρίση για την εφαρμογή του:
Άρθρο 157
1. Όποιος με βία ή με απειλή βίας επιβάλλει στη Βουλή ή την Κυβέρνηση ή σε μέλος τους την εκτέλεση, παράλειψη ή ανοχή πράξης που ανάγεται στα καθήκοντά τους τιμωρείται με κάθειρξη τουλάχιστον δέκα ετών.
Ποια είναι η βία και ποια η απειλή βίας που συνιστούν πιθανά βίντεο βουλευτών της ΧΑ με άλλους πολιτευτές και πως αυτά μπορούν να επιβάλλον την εκτέλεση, παράλειψη ή ανοχή πράξης που ανάγεται στα καθήκοντά των πολιτευτών παραμένει για εμάς ένα μυστήριο.
Παρά ταύτα η κυρία Κουτζαμάνη πριν λαλήσει ο αλέκτορ και λίγο μετά την παράκληση Δένδια διαβιβάζει το «φάκελο Δένδια» στην προϊσταμένη της εισαγγελίας πρωτοδικών και επικαλούμενη το μάλλον ανεδαφικό σε αυτή την περίπτωση άρθρο 157 παραγγέλνει πως:
«Εάν στο μέλλον επαναληφθεί από οποιονδήποτε και υπό οποιαδήποτε ιδιότητα η χρήση παρανόμως κτηθέντος οπτικοακουστικού υλικού, να κινηθεί η αυτόφωρη διαδικασία, έστω κι αν ο υπαίτιος είναι βουλευτής εν ενεργεία».
Δε χρειάζεται να σχολιάσουμε το για ποιο λόγο προσθέτει το «έστω κι αν ο υπαίτιος είναι βουλευτής εν ενεργεία» και το αν φωτογραφίζει χαρακτηριστικά βουλευτές συγκεκριμένου «κόμματος».
Αυτό που θα σχολιάσουμε είναι το ότι εκτός από τη στόχευση, η εισαγγελική παραγγελία περιέχει και μια τεράστια γενίκευση, τη φράση: «από οποιονδήποτε και υπό ιδιότητα η χρήση…»
Όταν λέμε «από οποιονδήποτε» εννοούμε όλους. Πολιτικούς, δημοσιογράφους, απλούς χρήστες του διαδικτύου, απλούς πολίτες, όλους αυτούς που συνιστούν την κοινή γνώμη. Απαγορεύεται όχι μόνο η αναπαραγωγή και η δημοσίευση αλλά ακόμη και η χρήση!
Ο Ερντογανισμός της παραγγελίας είναι προφανής και παρακάμπτει το δικαίωμα του κοινού στο να ξέρει που είναι η πρώτη «οδηγία» της ανεξάρτητης δημοσιογραφίας.
Είναι αμφίβολο το αν προστατεύεται με αυτήν την «απαγόρευση» ο θεσμός της δικαιοσύνης.
Δεν θα το κρίνουμε εμείς αυτό: Θα παραθέσουμε μόνο ένα απόσπασμα από το διάλογο Κασιδιάρη Μπαλτάκου:
«ΜΠΑ: Ε βέβαια! Με κυβέρνηση Σαμαρά θα το κάνω; Σε ποιον εισαγγελέα θα πάω; Εισαγγελέας είναι η ίδια η Γκουτζαμάνη. Θα πάω να καταγγείλω την Γκουτζαμάνη στον εαυτό της;
ΚΑΣ: Πως μπήκε η Γκουτζαμάνη εισαγγελέας του Αρείου Πάγου;
ΜΠΑ: Αφού είναι από το ίδιο χωριό.
ΚΑΣ: Άρα τώρα ξεπληρώνει το γραμμάτιο»
Τέτοιες μεθοδεύσεις ίσως να ήταν δικαιολογημένες σε περίπτωση που η ΧΑ είχε στήσει σκευωρία για την ανατροπή του δημοκρατικού πολιτεύματος. Αλλά η ΧΑ δεν είναι έτοιμη για κάτι τέτοια ακόμη και αν είναι πρόθυμη για κάτι τέτοιο.
Η σκευωρία που ξεθεμελιώνει θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, που περιστέλλει και καταστέλλει τη δημοκρατία προέρχεται από τις κυβερνήσεις των τελευταίων ετών.
Το Μπαλτάκος gate και οι απαντήσεις Δένδια καθώς η παραγγελία Κουτζαμάνη είναι εύγλωττα από μόνα τους.
Σε προηγουμένη παράγραφο έγραψα «τέτοιες μεθοδεύσεις ίσως να ήταν δικαιολογημένες».
Έγραψα «ίσως … δικαιολογημένες»… αν έγραφα ίσως νομιμοποιημένες το αποτέλεσμα θα ήταν το ίδιο με αυτό που θα προκαλούνταν από απόπειρα ανατροπής: Οι μακιαβελισμοί στο όνομα της δημοκρατίας είναι εξίσου επικίνδυνοι με τους ορκισμένους εχθρούς της δημοκρατίας.
Αλλά ας σταματήσουμε πλέον να τρέφουμε αυταπάτες για να δικαιολογήσουμε τη νωθρότητα, την αδιαφορία ή την ιδιοτέλεια μας:
Στο όνομα της οικονομίας η κυβερνήσεις των τελευταίων ετών σκοτώσαν τη δημοκρατία.
Και τώρα που αυτό αποκαλύπτεται εν αγνοία του από τον μέχρι και πρόσφατα κορυφαίο κυβερνητικό αξιωματούχο Μπαλτάκο, η δικαιοσύνη πλήττει το δικαίωμα της κοινής γνώμης του να γνωρίζει στο όνομα της απρόσκοπτης λειτουργίας της δικαιοσύνης.
Για να κρίνουμε τη σοφία αυτής της «απαγόρευσης» ας αντλήσουμε από τη διεθνή εμπειρία αναφέροντας μερικά από τα ονόματα που έχουν εμπλακεί στη χρήση «παρανόμως αποκτηθέντος υλικού»: Julian Assange και Bradley Manning, Edward Snowden και Glenn Greenwald. Αυτοί οι υπέρμαχοι της ελευθερίας του λόγου και της διαφάνειας εξέθεσαν τις καμαρίλες και τις κλίκες που υφάρπαξαν την εξουσία εξαπατώντας εκατομμύρια ψηφοφόρων, καμαρίλες που συγκάλυπταν τις εγκληματικές τους δράσεις επικαλούμενες «την εθνική ασφάλεια», το «εθνικό συμφέρον» ενώ οι εγκληματικές τους δράσεις θέριευαν πίσω από κλειστές πόρτες και την πλήρη αδιαφάνεια στο όνομα του «ευρύτερου καλού», ακόμη και της δημοκρατίας.
Οι Assange, Snowden. Greenwald κατασυκοφαντήθηκαν. Τους χαρακτήρισαν προδότες. Το έγκλημα τους ήταν ότι εξέθεταν πολιτικούς εγκληματίες. Αυτούς που αποφασίζουν και διατάσουν.
Φυσικά ο Κασιδιάρης δεν ανήκει σε αυτή την κατηγορία των whistleblowers.
O Κασιδιάρης έχει τη δική του ατζέντα: Την ατζέντα των αντιποίνων απέναντι στους βουλευτές της ΝΔ (και όχι μόνο) και την δική του προσωπική ανάδειξη καθ υπέρβαση του φυλακισμένου αρχηγού του και για μεγάλο διάστημα ελεγχόμενου από τους νύν πολιτικούς του αντιπάλους Μιχαλολιάκου.
Είναι ντροπή να ζεις σε ένα καθεστώς που με την αυθαιρεσία του κάνει ήρωες ακόμη και τους φιλοναζί.
Είναι ντροπή να ζεις σε ένα καθεστώς που χαρακτηρίζει όσους ακόμη του αντιστέκονται ως ακραίους και τους συκοφαντεί με κάθε τρόπο, εξισώνοντας του με τους πρώην μπράβους του Χρυσαυγίτες που το ίδιο «πρόδωσε».
Για να ξεχάσει ο κόσμος τα αντίποινα μεταξύ ΝΔ-ΧΑ, το τεράστιο θέμα του Μπαλτάκος Gate και την προληπτική λογοκρισία που επιβλήθηκε στα πλαίσια αυτού του «πολέμου των αντιποίνων», τα ιδιωτικά μέσα δημιούργησαν έναν αντιπερασπισμό:
Με την προσφιλή τους μέθοδο έβαλαν τη Ραχήλ Μακρή, μια από τις πιο αγωνιστικές και ανεξάρτητες πολιτεύτριες/πολιτευτές να λέει τάχαμου μέσα στο κοινοβούλιο για τους βουλευτές της ΧΑ πως «φυλακίζετε αθώους ανθρώπους» για να της κολλήσουν τη ρετσινιά της φιλοχρυσαυγίτισας και να την μαυρίσουν ή έστω να την φιμώσουν.
Η Ραχήλ Μακρή ποτέ δεν είπε κάτι τέτοιο. Είπε ότι έχουμε χούντα. Και η ανάδειξη των ολοκληρωτικών χαρακτηριστικών αυτών των κυβερνήσεων ενοχλεί τους κρατούντες.
Η Μακρή αφού εξήγησε δημοσίως πως ποτέ δεν είπε κάτι τέτοιο συνέχισε να δέχεται επιθέσεις που τη ψυχογραφούσαν ως φιλοχρυσαυγίτισα.
Μήνυσε δημοσιογράφους ως όφειλε γιατί αυτοί διέσπειραν ψευδείς ειδήσεις βάσει των οποίων τη συκοφαντούσαν. Και τότε, ξεκίνησε η δεύτερη φάση του έργου. Με την εισαγγελική παραγγελία ειδικής προληπτικής λογοκρισίας σε εξέλιξη, τα ιδιωτικά μήντια κατηγόρησαν τη Μακρή ότι ήταν αυτή που φίμωνε την ελευθερία του λόγου!
Μέχρι και η ΕΣΗΕΑ που έχει μείνει συγκλονιστικά ασυγκίνητη από χιλιάδες περιστατικά παράβασης της δημοσιογραφικής δεοντολογίας από συστημικούς δημοσιογράφους έσπευσε να μεμφθεί τη Μακρή.
Το έχουμε ξαναδεί το έργο: δολοφονίας καριέρας και προσωπικότητας του κάποτε υποψήφιου βουλευτή των ΑΝΕΛ και δημοσιογράφου Βασίλη Χήτου σε μια υπόθεση που επιχειρήθηκε το ίδιο και για έναν από του τελευταίους ανεξάρτητους δημοσιογράφους, τον Κώστα Βαξεβάνη. Για τον Κώστα μάλιστα φαίνεται να επιδιώχθηκε και η φυσική του δολοφονία, όχι μόνο η επαγγελματική από ένα κύκλωμα που φαίνεται να περιλάμβανε μεγαλοδημοσιογράφο, ΕΥΠατσήδες και πληρωμένους δολοφόνους.
Το είδαμε το έργο με την δολοφονία του νεαρού δημοσιογράφου Γκιόλια και τις κραυγές της οικογένειας του για την εμπλοκή του μεγαλοδημοσιογράφου Μάκη Τριανταφυλόπουλου του οποίου η δημοσιογραφία της κρυφής κάμαρας και της κρεβατοκάμαρας τσιμέντωσε τις προϋποθέσεις για την επιβολή λογοκρισίας που θα προστάτευε την «ιδιωτική ζωή», κυρίως των λίγων και ισχυρών γιατί οι πολλοί πλέον δεν έχουν καν ζωή, οι πολλοί φυτοζωούν.
Όπως πολύ εύστοχα γράφει και ο Πιτσιρίκος: «Θα ήθελα να θυμίσω πως, στο θέμα της ελευθερίας του Τύπου, η Ελλάδα βρίσκεται πια στην 99η θέση στον κόσμο, ενώ πριν από ένα χρόνο ήταν στην 70η θέση. Και η κατρακύλα συνεχίζεται. Αυτό δεν μοιάζει να ενοχλεί τους δημοσιογράφους της χώρας. Επίσης, δεν τους ενόχλησαν ιδιαίτερα οι διώξεις σε βάρος του Κώστα Βαξεβάνη, ούτε οι διώξεις σε βάρος του περιοδικού Unfollow. Επιλεκτικές ευαισθησίες.»
Με τέτοιες εισαγγελικές παραγγελίες του χρόνου θα είμαστε ακόμη πιο χαμηλά.
Κάθε χρόνο και χειρότερα.
Με λίγες εξαιρέσεις, η δημοσιογραφία στην Ελλάδα είναι η παλλακίδα του συστήματος εξουσίας που παινεύει δημοσίως τον εραστή της με υπερφυσικές σεξουαλικές αρετές για να μην μπορεί κανείς να αμφισβητήσει είτε την εξουσία του συστήματος είτε τη σχέση της δημοσιογραφίας μαζί του. Και η συνουσία της εξουσίας δεν σταματά σε αυτή τη σχέση:
Και οι τέσσερις εξουσίες βρίσκονται στο ίδιο κρεβάτι. Και καλούμαστε εμείς να είμαστε οι αγόγγυστοι βαστάζοι του αμαρτωλού και πανάκριβου αυτού κρεβατιού.
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου